[carol ann duffy]
Φαντάσου ότι ζεις σε μια παράξενη, σκοτεινή πόλη για είκοσι χρόνια. Υπάρχουν κάποιες άχαρες κατοικίες στην ανατολική πλευρά και μια από αυτές είναι η δική σου.
Στον προορισμό σου, ακούς της φωνής σου τον αλλότριο τόνο να αντηχεί κάτω από τη σκάλα. Σκέφτεσαι στη γλώσσα του τόπου σου και μιλάς στη δική τους. Έπειτα γράφεις γράμμα στην πατρίδα. η φωνή της σκέψης σου απαγγέλλει το γράμμα στην τοπική διάλεκτο. Πίσω απ' αυτή τη φωνή ακούγεται ο ήχος της μητέρας σου που σου τραγουδά, όλον αυτό τον περασμένο καιρό, και τώρα πια δεν γνωρίζεις γιατί τα μάτια σου υγραίνονται και ποια να ‘ναι η σωστή λέξη γι' αυτό.
Χρησιμοποιείς τα δημόσια μέσα συγκοινωνίας. Δουλειά. Ύπνος. Φαντάσου ότι μια νύχτα είδες ένα όνομα που μιλάει για σένα γραμμένο με κόκκινο σπρέι πάνω σ' έναν τοίχο. Ένα μισητό όνομα. Κόκκινο σαν αίμα. Χιονίζει στους δρόμους, κάτω από τα φώτα της πόλης, κι είναι σαν να γίνεται ο τόπος αυτός κομμάτια μπροστά στα ματιά σου. Και στο μπακάλικο, κάποιες φορές, τα νομίσματα στην παλάμη σου δεν θα βγάζουν νόημα. Σιωπηλός, γιατί εδώ δεν είναι η πατρίδα σου, δείχνεις με το δάχτυλο ένα φρούτο. Φαντάσου ότι κάποιος λέει «Δε γνωρίζω τι έχουν στο νου τους οι άνθρωποι αυτοί... Είναι σαν να κοιμούνται μόνο και να ονειρεύονται». Φαντάσου το.
Όπου κι αν είσαι τώρα, μέσα στη σκέψη μου με καθηλώνεις με ένα σου βλέμμα, όρθια εδώ ενώ το τελευταίο ψυχρό φως μπαίνει μέσα στη γη και χάνεται. Σχημάτισα λάθος το στόμα σου, αλλά ακόμη χαμογελάς. Σε κρατώ πιο κοντά μου, μίλια μακριά, επινοώντας τον έρωτα, μέχρι που η κραυγή του νυχτοβάτη διακόπτει και μεταστρέφει ό,τι πρόκειται να ’ρθει, ό,τι ήταν βέβαιο, την ανάμνηση.
Τα αστέρια καταγράφουν την απουσία μας.
το δανειστήκαμε από EΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου