Ο Μπόρχες μισούσε το ποδόσφαιρο: Ο μεγάλος συγγραφέας της Αργεντινής Χόρχε Λουίς Μπόρχες αποκαλούσε το ποδόσφαιρο «αισθητικά άσχημο» και «εγκληματικό»
«Είναι ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα της Αγγλίας», έλεγε ο Μπόρχες για την μπάλα. Μάλιστα, προγραμμάτισε μία από τις διαλέξεις του την ίδια ώρα με τον πρώτο αγώνα της Αργεντινής στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978.
Αλλά η απέχθειά του για το σπόρ προερχόταν από κάτι πολύ πιο ενοχλητικό από την αισθητική. Το πρόβλημά του ήταν η οπαδική κουλτούρα, την οποία συνέδεε με εκείνο το είδος τυφλής μαζικής υποστήριξης που στερέωσε στην εξουσία τους ηγέτες των πιο τρομακτικών πολιτικών του 20ού αιώνα.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του , είδε να αναδύονται στην πολιτική σφαίρα της Αργεντινής στοιχεία φασισμού, περονισμού, ακόμα και αντισημιτισμού, οπότε γίνεται κατανοητή η έντονη καχυποψία του για τη σχέση μαζικών πολιτικών κινημάτων και μαζικής κουλτούρας – το απόγειο της οποίας είναι στην Αργεντινή το ποδόσφαιρο. «Στο ποδόσφαιρο υπάρχει η ιδέα της υπεροχής, της ισχύος, που μου φαίνεται αποκρουστική», γράφει. Ο Μπόρχες εναντιώθηκε στον δογματισμό κάθε μορφής, οπότε ήταν καχύποπτος με την ανεπιφύλακτη αφοσίωση των συμπατριωτών του σε οποιοδήποτε δόγμα ή θρησκεία – ακόμα και στην αγαπημένη τους εθνική ομάδα. Σκέψου πως ο αθλητ-ισμός είναι άλλος ένας -ισμός δηλ. παγ(ι)ωμένη κατάσταση δηλ. νεκρή κατάσταση, ικανή μόνο να φυλακίζει οπαδούς, πρόβατα, πιστούς, γενικότερα ζώα, όπως τα ανθρώπινα ζώα.
Το ποδόσφαιρο είναι ανπόφευκτα συνδεδεμένο με τον εθνικ-ισμό, ένας άλλος λόγος για τον οποίο εναντιώνεται ο Μπόρχες.
«Ο εθνικισμός επιτρέπει μόνο την επιβεβαίωση και όποια θεωρία αποκλείει την αμφισβήτηση, την άρνηση, είναι μια μορφή φανατισμού και βλακείας. Οι εθνικές ομάδες γεννούν το εθνικιστικό αίσθημα, δημιουργώντας τη δυνατότητα σε μια ανήθικη κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει έναν αστέρα του ποδοσφαίρου ως χαλινάρι για να νομιμοποιηθεί η ίδια».Στην πραγματικότητα, αυτό ακριβώς συνέβη με έναν από τους πιο μεγάλους παίκτες των εποχών, τον Πελέ.
«Αν και η κυβέρνηση της Βραζιλίας είχε πολλούς εναντίον της, προωθούσε με επιτυχία μεγάλες γιαγαντοαφίσες με τον Πελέ να σκοράρει και το σύνθημα «αυτή τη χώρα δεν μπορεί να την σταματήσει κανείς» γράφει ο Dave Zirin στο καινούριο του βιβλίο Brazil’s Dance with the Devil. Οι κυβερνήσεις όπως η Βραζιλιάνικη στρατιωτική δικτατορία κατά τη διάρκεια της οποίας ο Πελέ ήταν ενεργός παίκτης, εκμεταλλεύονται τον δεσμό των οπαδών με τις εθνικές ομάδες για να πάρουν την κοινωνική αποδοχή και αυτό είναι που ο Borges φοβόταν για το ποδόσφαιρο.
Η μικρή ιστορία του ESSE EST PERCIPI εξηγεί το μίσος του για το ποδόσφαιρο. Στα μισά της ιστορίας, αποκαλύπτεται ότι το ποδόσφαιρο στην Αργεντινή έχει σταματήσει να είναι άθλημα αλλά έχει μπει στον χώρο του θεάματος. Στο φανταστικό του σύμπαν, η προσομοίωση είναι το παν: η παρουσίαση του αθλήματος έχει αντικαταστήσει το πραγματικό άθλημα. «Αυτά τα αθλήματα δεν υπάρχουν έξω από το στούντιο μαγνητοσκόπησής τους και τα γραφεία Τύπου», δηλώνει ο πρόεδρος μιας ομάδας. «Το ποδόσφαιρο εμπνέει έναν τόσο μεγάλο φανατισμό που οι οπαδοί παρακολουθούν μη πραγματικά παιχνίδια στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο χωρίς να αναρωτιούνται για το οτιδήποτε».
Αυτή η ιστορία προέρχεται από τη μη ανοχή του Borges στα μαζικά κινήματα: στο Esse Est Percipi κατηγορεί έντονα τα ΜΜΕ για συνέργεια στη δημιουργία μιας μαζικής κουλτούρας που δοξάζει το ποδόσφαιρο και σαν αποτέλεσμα αφήνεται στη δημαγωγία και την εκμετάλλευση.
Σύμφωνα με τον Borges, οι άνθρωποι νιώθουν την ανάγκη να ανήκουν σε ένα μεγάλο οικουμενικό σχέδιο, κάτι μεγαλύτερο από τον εαυτό τους. Οι χαρακτήρες στα κείμενά του συχνά παλεύουν με αυτή την επιθυμία και στρέφονται σε ιδεολογίες ή κινήματα με καταστροφικά αποτελέσματα: ο αφηγητής της ιστορίας Deutsches Requiem γίνεται ναζί, ενώ στο The Lottery in Babylon και το The Congress μικρές, φαινομενικά αβλαβείς οργανώσεις μετατρέπονται σε τεράστιους, αυταρχικούς γραφειοκρατικούς μηχανισμούς που καίνε βιβλία ή επιβάλλουν σωματικά βασανιστήρια.
Θέλουμε να είμαστε κομμάτι σε ένα μεγαλύτερο σύνολο, τόσο πολύ που εθελοτυφλούμε απέναντι στα λάθη που αναπτύσσονται σε αυτά τα μεγαλεπίβολα σχέδια – ή στα λάθη που είναι εγγεγραμμένα σε αυτά εξ αρχής. Τέλος, όπως μας θυμίζει και ο αφηγητής του The Congress, η γοητεία αυτών των μεγάλων πλάνων παραείναι φανερή: «Αυτό που έχει σημασία είναι να νιώθει κανείς ότι το σχέδιό μας, για το οποίο αστειευόμαστε συχνά, υπάρχει κάπου μυστικά και συγκροτεί τον κόσμο και τον εαυτό μας». Αυτή η τελευταία φράση θα μπορούσε να περιγράψει με ακρίβεια πώς νιώθουν εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη για το ποδόσφαιρο
To διαβάσαμε ΕΔΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου