η πιο κοινή ‘πρέζα’
[λ.]
Προχωρούσα όπως οι άλλοι, όπως θεωρείται πως είναι το “κανονικό”.
Ξαφνικά μια μέρα σταμάτησα και αναρωτήθηκα που πάω και γιατί τα κάνω όλα
αυτά. Τι νόημα έχουν. Ο τρόμος. Οι προβληματισμοί ανησύχησαν τους γύρω
σαν κάτι το παράλογο. Γιατί να σταματήσει κανείς και να ρωτήσει. Οι
προβληματισμοί θεωρούνται αφύσικοι. Εφηβική αντίδραση. Κόλλησα και
έμεινα εκεί, μη μπορώντας να πάω ούτε πίσω ούτε μπροστά. Μα γιατί,
ρωτούσαν. Γιατί δεν είσαι πια (το) ρομπότ (που ήσουν). Το γιατί
εγκιβωτίζει την ερώτηση αυτή. Ενώ θα έπρεπε να ‘ναι - θα το βρεις.
κάποια στιγμή, ο καθένας βρίσκει το νόημά του. Το γιατί να προχωρεί.
Φαινομενικά, απ’ έξω, όλοι μπορεί να φαίνεται πως προχωρούν το ίδιο.
Άλλοι το κάνουν ασυνείδητα, άλλοι συνειδητά άλλοι ποτέ δεν ρώτησαν, αλλά
απέκτησαν τη συνείδηση όταν κατάλαβαν πως τους έλειπε.
Ως φυσικό θεωρείται το ρομποτικό. Κι αν κανείς σταθεί και ρωτήσει, όλοι ανησυχούν τι του συμβαίνει. Του συμβαίνει το πιο
φυσιολογικό πράγμα. Απλά οι άλλοι συνήθισαν.
Και να μην ξέρεις, τουλάχιστον τώρα ξέρεις πως θες να έχεις τη συνείδησή σου μαζί σου.
Τουλάχιστον να ξέρεις. Και να έχεις επίγνωση της αυταπάτης σου.
Μια αυτογνωσία. Μια επίγνωση.
Ρομπότ εν γνώση σου. Οι άλλοι - χωρίς.
Η ζωή δεν είναι όλα αυτά. Αυτά είναι οι σκιές.
Βαφτίστηκαν κανονικοί όσοι προχωρούσαν χωρίς να σταματήσουν, προβληματικοί όσοι αναρωτιόνταν.
Μένεις χωρίς τις ψευδαισθήσεις σου.
Δεν είναι αυτό η ζωή. Η ζωή είναι ό,τι συμβαίνει μέσα μας. Ό,τι έχει αντίκτυπο μέσα μας και μας κάνει να νιώθουμε ζωντανοί.
Αυτό είναι κατασκευασμένες ψευδαισθήσεις.
Μένεις γυμνός. Είσαι γυμνός.
Είτε είναι σχολείο, σχολή, δουλειά, ένα πρόγραμμα προσεκτικά κατανεμημένο και κανονισμένο στις μέρες της εβδομάδας.
Η πιο κοινή πρέζα. Και η πιο αόρατη, η πιο απαρατήρητη. (για αυτό; άραγε;)
Άμα μέσα σου δεν έχεις τα εφόδια, θα τρελαθείς.
Να καταλάβεις ότι αυτό που έχασες δεν είναι αυτό που είσαι, αλλά αυτό που έκανες. Τα εφόδια στα δίνουν και οι άλλοι, αλλά κυρίως εσύ, ο καθένας χρειάζεται να τα βρει μέσα του.
“Ό,τι πιο σημαντικό έχει κανείς, είναι όσα δεν μπορεί να χάσει σε ένα ναυάγιο”.
Να πηγαίνεις από το ένα στο άλλο, την μία πρέζα στην άλλη, για να μην μείνεις γυμνός. Για να μην μείνεις με τον εαυτό σου. Με τις σκέψεις σου. Και σε τρελάνει η γύμνια σου, τώρα που την βλέπεις πια. Από τον εαυτό σου προσπαθείς να ξεφύγεις, και δεν το είχες καταλάβει.
Πότε είχες ζωή;
Όχι, δεν είναι τότε. Τότε απλά νόμιζες ότι είχες. Ήταν μία βαβούρα, ένας θόρυβος εξωτερικός, παράσιτα στην επικοινωνία σου με σένα, ανάμεσα σε σένα και εσένα.
Τώρα που ο θόρυβος έφυγε, σε ακούς καλύτερα. Είδες πως δεν είχατε να πείτε τίποτα.
Ως φυσικό θεωρείται το ρομποτικό. Κι αν κανείς σταθεί και ρωτήσει, όλοι ανησυχούν τι του συμβαίνει. Του συμβαίνει το πιο
φυσιολογικό πράγμα. Απλά οι άλλοι συνήθισαν.
Και να μην ξέρεις, τουλάχιστον τώρα ξέρεις πως θες να έχεις τη συνείδησή σου μαζί σου.
Τουλάχιστον να ξέρεις. Και να έχεις επίγνωση της αυταπάτης σου.
Μια αυτογνωσία. Μια επίγνωση.
Ρομπότ εν γνώση σου. Οι άλλοι - χωρίς.
Η ζωή δεν είναι όλα αυτά. Αυτά είναι οι σκιές.
Βαφτίστηκαν κανονικοί όσοι προχωρούσαν χωρίς να σταματήσουν, προβληματικοί όσοι αναρωτιόνταν.
Μένεις χωρίς τις ψευδαισθήσεις σου.
Δεν είναι αυτό η ζωή. Η ζωή είναι ό,τι συμβαίνει μέσα μας. Ό,τι έχει αντίκτυπο μέσα μας και μας κάνει να νιώθουμε ζωντανοί.
Αυτό είναι κατασκευασμένες ψευδαισθήσεις.
Μένεις γυμνός. Είσαι γυμνός.
Είτε είναι σχολείο, σχολή, δουλειά, ένα πρόγραμμα προσεκτικά κατανεμημένο και κανονισμένο στις μέρες της εβδομάδας.
Η πιο κοινή πρέζα. Και η πιο αόρατη, η πιο απαρατήρητη. (για αυτό; άραγε;)
Άμα μέσα σου δεν έχεις τα εφόδια, θα τρελαθείς.
Να καταλάβεις ότι αυτό που έχασες δεν είναι αυτό που είσαι, αλλά αυτό που έκανες. Τα εφόδια στα δίνουν και οι άλλοι, αλλά κυρίως εσύ, ο καθένας χρειάζεται να τα βρει μέσα του.
“Ό,τι πιο σημαντικό έχει κανείς, είναι όσα δεν μπορεί να χάσει σε ένα ναυάγιο”.
Να πηγαίνεις από το ένα στο άλλο, την μία πρέζα στην άλλη, για να μην μείνεις γυμνός. Για να μην μείνεις με τον εαυτό σου. Με τις σκέψεις σου. Και σε τρελάνει η γύμνια σου, τώρα που την βλέπεις πια. Από τον εαυτό σου προσπαθείς να ξεφύγεις, και δεν το είχες καταλάβει.
Πότε είχες ζωή;
Όχι, δεν είναι τότε. Τότε απλά νόμιζες ότι είχες. Ήταν μία βαβούρα, ένας θόρυβος εξωτερικός, παράσιτα στην επικοινωνία σου με σένα, ανάμεσα σε σένα και εσένα.
Τώρα που ο θόρυβος έφυγε, σε ακούς καλύτερα. Είδες πως δεν είχατε να πείτε τίποτα.
το δανειστήκαμε από το φανζίν chimeres
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου