ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ : (γιατί ακόμα και η εύρεση τίτλων ή ορισμών είναι κάτι το περιοριστικό!)

Ξέσκισμα!
Της ψυχής. Των ίδιων των ενστίκτων. Της ελεύθερης ανάπτυξης της σκέψης. Των πιο αυθεντικών χαμόγελων, κυρίως αυτών στα οποία εκείνοι δεν έβλεπαν το λόγο. Των παιδικών μας παιχνιδιών στη γειτονιά, όταν οι γειτόνοι έσκουζαν κι αγρίευαν για το πόσο ταράζουμε την ησυχία τους και οι γέροι μας μάς φώναζαν να χωθούμε στα σπίτια μας για να μην ενοχλούμε. Των πρώτων μας σκιρτημάτων που ενοχοποιούνταν και καταδικάζονταν από την αρρώστια της χαμηλοβλεπούσας κομπλεξικής ομήγυρης, κοινωνιούλας γονιών, συγγενών, δασκάλων, αυτόκλητων δικαστών, παπάδων, ηθικολόγων υποκριτών.
Της αγάπης για μάθηση από το παραλήρημα σογιών και περίγυρων και εκπαιδευτικών κάτεργων για προσκόμμιση των πρέποντων βαθμών και απόκτησης λειψής και στρεβλής γνώσης.
Των πανιών στα καραβάκια που φτιάχναμε από μικροί.
Των σχεδίων πλεύσης σε ρότες προσωπικές, περιπειώδεις, ανακαλυπτικές.
Της άρνησης ψυχαναγκαστικής εισόδου μας στη δουλεμπορική αγορά εργασίας τους, στα σαλόνια της ασφυκτικής κι αυτοματοποιημένης κανονικότητάς τους, στα πυραμιδικά ιδρύματα της πραγματικότητάς τους.
Των εννοιών που μας δίδασκαν στη θεωρία τους και σταύρωναν στην πράξη τους.
Της ανάγκης να φωνάξεις, να φωνάξεις έστω και αν παραμείνεις λουφαγμένος στη γωνία, αλλά όχι! τους κακοφαινόταν ακόμη κι αυτό, γιατί...ακούγεσαι! Οφείλαμε να σφραγίζουμε το στόμα μας όταν μας έπνιγε η μυστική κραυγή του πεσμένου σε κώμα που αντιλαμβανόταν το φως της ύπαρξης μα δεν μπορούσε να σαλέψει κινούμενος προς αυτό...

Αλλά...

...η επανάσταση είναι ένα αγόρι κι ένα κορίτσι που, αγριεμένα και πιασμένα χέρι χέρι, αφήνουν πίσω τις νουθεσίες των γνωστικών γονέων και την αποσύνθεση της ασφάλειας και των μεταμφιέσεων του μνήματος του παλιού κόσμου. Και, μεθυσμένα από τις αιώνιες χαρές και πιο γενναίες υποσχέσεις της ζωής, ανακαλύπτουν μαζί καινούργιες συναρπαστικές διαδρομές. Όχι για να σταθούν στο ξεκίνημά τους εκθειάζοντάς τες απλώς. Όχι για να παγιδευτούν σε ατέλευτες ομιλίες, θεωρίες και διακηρύξεις γύρω από το ρίσκο και τα οφέλη του τολμήματος. Όχι για να γενούν στο πέρασμα τελικά τα σκιάχτρα του εαυτού τους και των αρχικών προθέσεών του, ώστε ν'αποθαρρύνουν και μελλοντικούς συν-οδοιπόρους. Αλλά για να γενούν τα ίδια το ταξίδι, ο αυτοκαθορισμός της πορείας και η εκπλήρωση της λαχτάρας...

" Όλη μου τη ζωή ο κόσμος προσπαθεί να ταρακουνήσει το κλουβί μου για να με αναγκάσει να εκραγώ. Με δοκιμάζει. Προσπαθώντας να βρει την αδυναμία μου. Η μάνα μου έλεγε 'γιε μου μην κάθεσαι στο κρύο' κι ο πατέρας μου το ίδιο. Θα έλεγε 'ποτέ σου μη χάσεις τον έλεγχο του εαυτού σου'. Αλλά ανοίγω το παράθυρο. Αφήνω τον κρύο αέρα να διαπερνάει. Έχασα τον έλεγχο" - Ποίημα του νεαρού Brian Deneke, τραγικού ήρωα της ταινίας "BOMB CITY"

Μην μου λες ότι είμαι ένας κακόμοιρος τοσοδούλης μπροστά σε ασύλληπτα για την κατανόησή μου μεγέθη. Ακόμα και η τοσοδούλα του παραμυθιού κατάφερε στο τέλος να...αποκτήσει φτερά! Μην μου τσαμπουνάς ότι είμαι πολύ μικρός για να καταφέρω οτιδήποτε σημαντικό, για να'χω δυνατότητες που αγγίζουν δυσθεώρητα ύψη, για να αλλάξω οτιδήποτε μέσα στο υπέροχο Χάος της απεραντοσύνης του σύμπαντος. Αφού κι εγώ είμαι κομμάτι ενεργό αυτού του ...εύρυθμου χάους! Θέλω να γίνω ο δαμαστής του θηρίου του εαυτού μου, που αν καταφέρω να γνωρίσω την Ουσία και τη Δύναμη πίσω από τα αυτοματοποιημένα περιτυλίγματά του, μπορώ να γίνω ο μοναδικός κυρίαρχός του...Και ξέρεις; Μπορώ από κάμπια που σέρνεται να μεταμορφωθώ σε πεταλούδα. Που το άνοιγμα των φτερών της στο Τόκιο μπορεί να φέρει τυφώνες στη Νέα Υόρκη και το αντίστροφο...Μπορεί να φέρει τη δραματική ανατροπή, την ολοσχερή μεταβολή κλειστών συστημάτων, την εκτροπή της ροής των "πραγμάτων" προς μεταμορφωτικές κοσμικές λεωφόρους. Σιγά μην κλάψω, σιγά μην φοβηθώ...

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Agostino Pirella, «Χαριστικοί φόνοι» και ναζιστική γενοκτονία. Η ευθύνη των ψυχιάτρων. Μετάφραση: Θ. Μεγαλοοικονόμου


(Δείτε κι αυτά τα "επιστημονικά" κι εξωφρενικά, ως ιστορική συνέχεια των καταστάσεων και της "λογικής" που περιγράφονται στο παρακάτω αποκαλυπτικό άρθρο: Ψυχιατρικές Διαταραχές: Ψηφίζονται προκειμένου να Υπάρξουν και Τα ψυχοτρόπα πωλούνται σαν τις τσίχλες: Το Μάρκετινγκ της Τρέλας - Ψυχοφάρμακα και ΜΜΕ κι ακόμη ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ και ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟ ΚΑΡΤΕΛ: ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ!  )


 Agostino Pirella, «Χαριστικοί φόνοι» και ναζιστική γενοκτονία. Η ευθύνη των ψυχιάτρων. Μετάφραση: Θ. Μεγαλοοικονόμου



*Αναδημοσιεύουμε από το ιστολόγιο του Χρ. Τσαντή, ίσως το πιο εμπεριστατωμένο, από την σκοπιά της ιστορικότητας και της διαδοχής των αναφερόμενων γεγονότων, άρθρο κριτικής περιγραφής της εργαλειακής χρήσης της ψυχιατρικής επιστήμης ως «όπλο» εξόντωσης Ανθρώπων με Αναπηρία από το καθεστώς των Ναζί.

Το άρθρο του Agostino Pirella κατά μετάφραση του Θ. Μεγαλοοικονόμου,, το οποίο παραθέτουμε αυτούσιο ανευρίσκεται εδώ!



(Δημοσιεύτηκε στην τριμηνιαία περιοδική έκδοση της επιστημονικής ένωσης του ΨΝΑ «Τετράδια Ψυχιατρικής» Σεπτέμβρης 1994, τεύχος Νο 47).

Στο πλαίσιο μιας ιστορίας της ψυχιατρικής θεωρούμενης, όχι πλέον σαν στερεότυπης ιστορίας των ψυχιάτρων-ηρώων αλλά, σαν ιστορίας της πειθαρχικής εξουσίας πάνω στην κοινωνική παρέκκλιση και πάνω στην τρέλλα, γίνεται αναφορά στην ευθύνη των ψυχιάτρων για τη δολοφονία 200.000 αναπήρων και ψυχιατρικών ασθενών στη Γερμανία και στις κατεχόμενες ζώνες ανάμεσα στο 1939 και 1945.

Αυτή η γενοκτονία, που διαπράχθηκε με επιστημονική ακρίβεια, είχε σαν έδαφος που την εξέθρεψε τη συζήτηση της δεκαετίας του ’20 για τους «χαριστικούς φόνους» και τη ρατσιστική εκστρατεία ενάντια σε κάθε μορφή «εκφυλισμού της φυλής», που διεξήχθη και από ψυχιάτρους πολύ γνωστούς όπως ο Λεονάρντο Μπιάνκι.

Η παρέμβασή μου θέλει να είναι η έκθεση ενός ψυχιάτρου που συμμετείχε, από τη δεκαετία του ’50, στις εμπειρίες του μετασχηματισμού και του ξεπεράσματος των ψυχιατρικών νοσοκομείων στο βαθμό που είναι χώροι απομόνωσης, καταπίεσης και θανάτου. Μας έχουν συνοδεύσει σε αυτό το δύσκολο δρόμο, ψυχίατροι όπως ο εξαιρετικός φίλος Φράνκο Μπαζάλια και συνοδοιπόροι, όπως ο Μισέλ Φουκώ και ο Ρόμπερτ Καστέλ, που μ’ ένα λαμπρό τρόπο ξανάγραψαν την ιστορία της ψυχιατρικής σαν ιστορία της κρατικής τάξης, της λογικής του εγκλεισμού και της πειθαρχικής εξουσίας πάνω στη συμπεριφορά που κρίνεται «παρεκκλίνουσα».

Η ιστορία της ψυχιατρικής, από τη γέννησή της στην αστική κοινωνία στο τέλος του περασμένου αιώνα μέχρι σήμερα, ξαναγράφτηκε όχι πια σαν τυποποιημένη ιστορία των ψυχιάτρων ηρώων, σαν ιστορία των διευθυντών των ψυχιατρικών ασύλων αλλά σαν πολύ πιο πολύπλοκη ιστορία των ψυχιατρικών ιδρυμάτων, ως οργάνων προσαρμοσμένων στη λειτουργία των κοινωνικοοικονομικών ισορροπιών της περιόδου. Ιδιαίτερα ο Φράνκο Μπαζάλια ανέφερε πολλές φορές την άμεση σχέση ανάμεσα στην πλήρη απασχόληση και το κλείσιμο των ψυχιατρικών νοσοκομείων.

Ωστόσο η πολυπλοκότητα του ζητήματος δεν επιτρέπει οικονομιστικές απλοποιήσεις. Όπως έχει διαπιστωθεί, διακυβεύονται επίσης τα μεγάλα ζητήματα της κανονικότητας και της πολιτιστικής της σχετικότητας, η σχέση της με το ζήτημα των εξουσιών, η συμβολική σημασία της τρέλλας και του παραληρήματος, σαν αμφισβήτηση της καθεστηκυίας τάξης και των κυρίαρχων αξιών (ή αντίθετα σαν γκροτέσκα μίμηση της κυριαρχίας), η λειτουργία της ψυχιατρικής σαν χώρου εξάσκησης των οργανικών επαγγελματιών της κυρίαρχης τάξης και ούτω καθεξής…



Διαβάζουμε στη χαρακτηριστική αφίσα του 1938 :

«60.000 μάρκα είναι το ποσό που κοστίζει στην λαϊκή κοινότητα, στη διάρκεια της ζωής του , αυτό το άτομο που πάσχει από κληρονομική μειονεξία. Αγαπητέ συμπολίτη αυτά είναι και δικά σου χρήματα.


…Πέρα από τη σχέση, που έχει διερευνηθεί ιστορικά, ανάμεσα στη ψυχιατρική και τις κοινωνικοοικονομικές ισορροπίες, ανάμεσα στα ψυχιατρικά ιδρύματα και την εξουσία την οργανωμένη μέσα στις πολιτικές επιλογές, τέλος ανάμεσα στους ψυχιάτρους και σ’ αυτό που ο μακαρίτης ο Φουκώ ονόμασε «Gouvernementialite» (δεν ξέρω αν πρόκειται για ένα νεολογισμό) μπορούν ξανά να εμφανιστούν και να ερμηνευτούν, σύμφωνα με μία λογική διαφορετική από τη συνήθη, ολόκληρα συμβάντα, μερικές φορές τρομερά, που βρίσκονται πίσω μας μέσα στην ιστορία αλλά επίσης και γύρω μας, μέσα στην καθημερινή μας ζωή.


Αυτό ισχύει για την τρομερή νύχτα ανάμεσα στο 1939 και στο 1945 (που τώρα πια είναι αρκούντως ντοκουμενταρισμένη στη γερμανική γλώσσα, αλλά όχι στον ίδιο βαθμό στην Ιταλική και ίσως στη Γαλλική) όταν εξολοθρεύτηκαν πάνω από 200.000 ψυχικά ασθενείς και ανάπηροι, που δολοφονήθηκαν με «επιστημονική» ακρίβεια, με την ενεργό συμμετοχή των ψυχιάτρων, αληθινών και κατάλληλων «ειδικών της δολοφονίας», στη Γερμανία και στις άλλες γειτονικές χώρες, που κατακτήθηκαν ή προσαρτήθηκαν.

Ο Michael van Cranach, γερμανός ψυχίατρος, που ακριβώς εδώ στη Γαλλία παρουσίασε αυτή τη μαύρη σελίδα της ευρωπαϊκής ψυχιατρικής , κατήγγειλε τη σιωπή γύρω από αυτά τα γεγονότα, μια πραγματική απώθηση για πολλά χρόνια…

…Ένας εξέχων βερολινέζος γιατρός, που είναι τώρα πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου του Βερολίνου, παρατήρησε ότι «δεν υπήρξε καμιά οργανωμένη αντίσταση των γιατρών στην εξολόθρευση των ασθενών και των αναπήρων». Θα πρόσθετα ότι υπήρξε αντίθετα μια δημόσια αναγνώριση από πολλούς ψυχιάτρους, που ενεπλάκησαν σε αυτό το πρόγραμμα, ψυχιάτρους που δε δολοφόνησαν μ’ ένα φυσικό τρόπο αλλά έφτιαξαν τις λίστες των υποψηφίων για τους «θαλάμους αερίων» ή για τις ενέσεις μορφίνης και σκοπολαμίνης. Μερικές φορές, αυτούς τούς υπερασπίστηκαν συνάδελφοι που δεν ενεπλάκησαν, με επιχειρήματα αστήρικτα και απολογητικά. Έτσι ζει η ψυχιατρική συντεχνία.


Το πρόγραμμα, όπως σας είναι γνωστό, ονομάστηκε «Aktion T4» (από τη διεύθυνση του βερολινέζικού κτιρίου όπου είχε την έδρα της η οργάνωση του προγράμματος που ευφημιστικά ορίστηκε ως «Euthanasie Problem» : Tiergartenstrasse 4).

Τα κίνητρα πήγαζαν από την ανάγκη να προβλεφτεί η παροχή ενός «χαριστικού θανάτου» σε «ανίατους ασθενείς» ή με «μια ζωή ανάξια να τη ζει κανείς». Αντηχούν σ’ αυτά τα λόγια απόηχοι από ένα ρατσισμό που διακρίνει τους ανθρώπους σε άξιους και ανάξιους, σε υγιείς και παράφρονες, ένα ρατσισμό που προϋπήρχε του ναζισμού και που θεμελιώνεται ακόμα και σήμερα στην ελευθερία της καταπίεσης και της καταστολής εκ μέρους αυτών που κατέχουν την εξουσία.

Η ναζιστική εξολόθρευση δεν είναι μόνο ένα μέρος του ναζιστικού τρόπου διακυβέρνησης. Με μια πιο βαθειά έρευνα φαίνεται ότι είναι ένα μέρος της ιστορίας της ψυχιατρικής.

Μια ψυχιατρική έτοιμη να καλύψει και να δικαιολογήσει τη θεσμοποιημένη βία, όπως και να καλύψει και να δικαιολογήσει τις επιμέρους πράξεις βίας απέναντι σε ανθρώπινα, ανυπεράσπιστα και πιο αδύναμα όντα. Η «κοινωνικό-δαρβινιστική», ας την πούμε, δικαιολογία αυτού του πράγματος ξεκινάει από μακριά.

Η υπόθεση της επικινδυνότητας σχηματίζεται σιγά-σιγά τον περασμένο αιώνα αναφορικά με τους «ψυχασθενείς» και κατόπιν επενδύει όλες τις παρεκκλίσεις, τους επιληπτικούς, τους αλκοολικούς, τους «εκφυλισμένους», τους νευρασθενικούς, τους ηλίθιους, όπως ανώδυνα τους καταγράφει η εθνική ιταλική δόξα, ο Leonardo Bianchi πατέρας του «νόμου για τα ψυχιατρεία και τους φρενοβλαβείς» του 1904 (ρύθμιση του 1909). Γι’ αυτούς δεν επικαλούνταν στην Ιταλία, την ευθανασία αλλά τη στείρωση, συνοδευομένη μ’ ένα φυσικό τρόπο από πρωτοβουλίες με στόχο να εμποδίσουν όλα αυτά τα «υποκείμενα να μολύνουν το κοινωνικό σώμα», εννοώντας την «αναπαραγωγή νέων όντων έντονα ελαττωματικών και προδιατεθειμένων στην τρέλλα».

Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’20 η συζήτηση στην Ιταλική ψυχιατρική κυριαρχήθηκε από προτάσεις δύο γερμανών συγγραφέων, των Binding και Hoche, εκ των οποίων ο δεύτερος ήταν φημισμένος ψυχίατρος. Είναι ακριβώς του Hoche η τρομερή δήλωση – που από κάθε άποψη προκαταλαμβάνει τη ναζιστική εξολόθρευση – σύμφωνα με την οποία «στην περίπτωση τρελλών ανοϊκών, πρόκειται για άδεια ανθρώπινα υπολείμματα για τα οποία η εξόντωση δεν είναι ένα έγκλημα, δεν είναι μια βαρβαρότητα, δεν είναι ούτε καν μια ανήθικη πράξη, αλλά αντίθετα μια χρήσιμη πράξη, που πρέπει να επιτραπεί από το δικαστήριο, αφού ακούσει το γιατρό».

Οι θέσεις των Binding και Hoche συζητιούνταν γαλήνια παρόλο που δεν αφορούσαν παρά τον πρόλογο στην «ευθανασία» της ναζιστικής περιόδου που ακολούθησε.

Ο εξέχων ψυχίατρος Enrico Morselli δημοσίευσε το 1923 ένα βιβλίο με τίτλο «Η δολοφονία από οίκτο (Ευθανασία) σε σχέση με την ιατρική, την ηθική και την ευγονική». Αν και αποκρούει τη θέση των δύο γερμανών συγγραφέων, ο Μορσέλι συζητά μαζί τους, επιζητώντας να ποντάρει πάνω στην πρόοδο της επιστήμης που θα επιτρέψει μια πρόγνωση λιγότερη σοβαρή των περιστατικών που σήμερα κρίνονται ανίατα.

Ένας σχολιαστής, στην ακόμα και σήμερα εκδιδόμενη «Rivista sperimentale di freniatria», γράφει ως εξής: «Ο Εκκλησιαστής, ανάμεσα στις πολυάριθμες ευκαιρίες του Χρόνου, δεν παραμελεί, σε αντιπαράθεση με την τέχνη της ανάρρωσης, αυτή της δολοφονίας. Και η φόρμουλα αυτή φαίνεται ακόμα περισσότερο προσδιορισμένη σαν κανόνας για ιατρική χρήση». Είναι λοιπόν, τη δολοφονία από οίκτο, που θέλει να υπαινιχθεί ο αρχαίος σοφός; «Με τον ίδιο τρόπο, ανάμεσα στους γιατρούς της Aktion T4» υπήρχαν οι «ειδικοί του θανάτου» αλλά ήδη στα βιβλία του Binding και του Hoche προβλεπόταν αυτή η «αργή και βαθμιαία ασφυξία με το θανατηφόρο αέριο» που 20 χρόνια αργότερα έγινε αντικείμενο πειραματισμού σε ευρύτατη κλίμακα.

Είναι τρομερό να σκεφτόμαστε ότι αυτοί οι «ειδικοί» χρησιμοποιήθηκαν επίσης και για την εξολόθρευση μη ασθενών στο μοναδικό κρεματόριο-φούρνο, που ήταν σε ενέργεια στην Ιταλία, αυτό της Τεργέστης. Από το ψυχιατρικό νοσοκομείο της πόλης, πήραν πράγματι, έγκλειστους για τους οποίους λεγόταν ότι ήταν «εβραίοι και παρτιζάνοι» και τους εξόντωσαν στην περιβόητη Risiera di san alba».

Δεν γνωρίζουμε ακόμα, παρά τις έρευνες που έγιναν στην Τεργέστη, εάν επρόκειτο για την επέκταση στην Ιταλία του σχεδίου εξόντωσης των ασθενών ή για την ανελέητη καταστολή των ανεπιθύμητων πολιτών.

Όπως είπαμε, η ιταλική ψυχιατρική της δεκαετίας του 1920, απασχολείται, πέρα από τη συζήτηση για την ευθανασία και τη στείρωση και με την τροποποίηση του νέου νόμου «για τα ψυχιατρεία και τους φρενοβλαβείς» του 1904-1909. Το ρατσιστικό πολιτικό κλίμα, που αποτελούσε το προοίμιο του φασισμού, προσανατόλιζε σε μια πολεμική ενάντια στις άλλες, εξαιρετικά φιλελεύθερες πλευρές του νόμου. Αυτός προέβλεπε την «πιστοποίηση του γεγονότος», πριν από την εντολή της δικαστικής ή της κοινοτικής εξουσίας. Αυτό κριτικάρεται γιατί επιμηκύνει το χρόνο εκτέλεσης της ενέργειας. Επιπλέον οι ψυχίατροι διεκδίκησαν τη δυνατότητα της αυτόνομης απόφασης για τον εγκλεισμό. Μόνο μια μειοψηφία κατανοεί ότι αυτή η δυνατότητα κινδύνευε να κάνει πιο δύσκολη τη σχέση με τον ασθενή.

Ρατσιστικοί τόνοι είναι όλο και περισσότερο παρόντες στη συζήτηση στους ψυχιατρικούς κύκλους. Θεμελιώνεται το 1927 (ο Μουσολίνι έχει την εξουσία εδώ και πέντε χρόνια) το «Φασιστικό Αρχείο της πολιτικής ιατρικής», έκδηλα προσανατολισμένο στην «υπεράσπιση της φυλής». Είναι μια διμηνιαία επιθεώρηση, που έβγαινε στην Πάρμα, με τη φροντίδα ενός εξέχοντος κλινικού, του καθ. Gabba και σε μια σημείωσή της το 1927 εξαίρεται το «φασιστικό σφρίγος» με το οποίο προχωράει στην υπεράσπιση της φυλής: «Η υγεία του ατόμου αποκτά, πράγματι αξία αν, πάνω απ’ όλα, θεωρηθεί σε σχέση με την υγεία της φυλής».

Το 1929 οργανώνεται το πρώτο εθνικό φασιστικό συνέδριο των γιατρών των ψυχιατρείων. Από την ανάγνωση των πρακτικών, φαίνεται ότι μπορούμε να πούμε ότι όλοι είχαν αποδεχθεί το «νέο» καθεστώς. Το ίδιο έγινε επίσης και με τους πανεπιστημιακούς καθηγητές: μόνο καμιά δεκαριά απ’ αυτούς (κυρίως ιστορικοί και φιλόσοφοι) δεν έδωσαν τη συγκατάθεσή τους στο φασισμό.

Η συζήτηση κυριαρχείται από δυο θεμελιώδεις συγκυρίες: τις τροποποιήσεις του νόμου, για τον οποίο είπαμε και τις στρατηγικές που θα έπρεπε να ακολουθηθούν απέναντι στην αύξηση του αριθμού των φρενοβλαβών. Στην πραγματικότητα, για να το πούμε πιο σωστά, επρόκειτο για την αύξηση του αριθμού των νοσηλευομένων στα ψυχιατρικά νοσοκομεία.

Πράγματι, μέσα σε πενήντα χρόνια (1875-1925), οι νοσηλευόμενοι αυξήθηκαν από 47,3% ανά 100.000 κατοίκους στο 150,1%, τριπλασιαζόμενοι. Το στοιχείο αυτό, όπως συχνά συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, έχει αναφερθεί κατά κόρον: ο στόχος είναι ο εντυπωσιασμός της κοινής γνώμης και των αρμοδίων, για να χορηγηθούν περισσότερα χρήματα και νέες και περισσότερο σύγχρονες δομές, ανάμεσα στις οποίες και τα «εξωτερικά ιατρεία». Ορισμένοι δείχνουν να έχουν σοβαρές και ειλικρινείς ανησυχίες για την ανάγκη της μείωσης του βάρους των ψυχιατρείων και για την αποκέντρωση της περίθαλψης. Αλλά ο αναφερθείς πιο πάνω Bianchi βρίσκει τον τρόπο να προωθήσει το ρόλο της ψυχιατρικής σαν φορέα θεραπευτικού, για κάθε «ανωμαλία», κάθε παρέκκλιση, κάθε διαφορετικότητα.

Παραθέτω: «Η ανησυχία που εξέφρασε ο Morel, ο Maudsley, ο Griesinger και πολλοί άλλοι σχετικά με την απειλή του αυξανόμενου εκφυλισμού του ανθρωπίνου είδους, μας θέτει την υποχρέωση να σκεφτούμε επισταμένα πάνω στις μορφές του εκφυλισμού, πάνω στις αιτίες που μπορεί να τον καθορίζουν, πάνω στους νόμους εξαιτίας των οποίων επιδεινώνεται στις μέλλουσες γενιές, πάνω στην πρόληψη που οφείλουμε να προτείνουμε». Και αφού θυμήθηκε και αυτός, την αύξηση των νοσηλευόμενων μέσα σε 50 χρόνια, συνεχίζει ως εξής: «Αλλά πόσοι είναι οι τρελλοί που δε νοσηλεύονται, πόσοι οι ιδιώτες, πόσοι οι ηλίθιοι, οι επιληπτικοί, οι εγκληματίες, οι αδύναμοι στο πνεύμα, οι βαρείς νευρασθενικοί, οι μορφινομανείς, οι κοκαϊνομανείς, οι επιπόλαιοι άνθρωποι και οι ασήμαντοι, οι οποίοι φέρουν το πνεύμα του κακού, που είναι αρνητισμός, μέσα στις οικογένειες και μέσα στο κοινωνικό περιβάλλον; Και πόσοι είναι οι ανώμαλοι χαρακτήρες, που αντιπροσωπεύουν αρχικές μορφές του ανθρώπινου εκφυλισμού;»

Δεν πρόκειται για έναν θερμόαιμο του περιθωρίου αλλά για τον πιο φημισμένο και ισχυρό ψυχίατρο, τον πατέρα του νόμου για τα ψυχιατρεία, που αντιστάθηκε μέχρι το 1978, όταν αντικαταστάθηκε από τον 180!

Αυτή η κουλτούρα της καταπίεσης και της άμυνας από τις μεγάλες μάζες των φτωχών και άτυχων πολιτών, από ολόκληρες «επικίνδυνες τάξεις» αντιπροσώπευσε ωστόσο, το βαθύ κίνητρο μιας ψυχιατρικής φοβισμένης και επαρχιακής, ικανής να συνεργαστεί με το νέο καθεστώς, για να χαρακτηρίσει σαν έγκλημα την παρέκκλιση. Δεν υπήρξε καμιά τροποποίηση του νόμου για τα ψυχιατρεία αλλά εισήχθη ο νέος φασιστικός κώδικας (ο κώδικας Rocco, 1930), η καταγραφή των ψυχιατρικών νοσηλευόμενων στο Ποινικό Μητρώο και ισχυροποιήθηκε η σύνδεση ανάμεσα στην επικινδυνότητα και την ψυχική αρρώστια με ερμηνείες του νόμου ιδιαίτερα περιοριστικές.

Ανάμεσα στις «δόξες» της φασιστικής περιόδου, θα ήθελα να υπενθυμίσω σε όλους μας τη γέννηση του ηλεκτροσόκ. Οι Cerletti και Bini για να βρουν μια εναλλακτική λύση στο σοκ με καρδιαζόλη, που χρησιμοποιούνταν στο σφαγείο της Ρώμης για τη εξουδετέρωση της αντίδρασης των γουρουνιών πριν από το σφάξιμο. Το 1938 εφάρμοσαν για πρώτη φορά δυο ηλεκτρόδια στο κεφάλι ενός αγνώστου ψυχωσικού που μεταφέρθηκε στην κλινική από την αστυνομία. Από τίποτα δεν προκύπτει ότι του ζήτησαν την άδεια: ήταν ένας άγριος πειραματισμός, όπως άγρια παραμένει πολύ συχνά, ακόμα μέχρι σήμερα, κατά τη γνώμη μου, η συμπεριφορά της ψυχιατρικής στο πρόβλημα της θεραπείας.

Θέλω, τέλος, ν’ ασχοληθώ, μ’ ένα ανησυχητικό δεδομένο, σχετικά με την θνησιμότητα των νοσηλευόμενων στα ιταλικά ψυχιατρεία νοσοκομεία στη διάρκεια του πολέμου. Οι έγκλειστοι σ’ αυτά τα νοσοκομεία στην περίοδο του πολέμου (1940-1950) ήταν ελαφρά λιγότεροι σχετικά με την προηγούμενη περίοδο (1934-1939): 525.506 έναντι 558.110.

Η θνησιμότητα πέρασε αντίθετα από το 5,88% στο 10,72% φτάνοντας στην Campania μέχρι και το 20,37%. Σε αριθμούς έφτασε από 32.873 στους 52.236 νεκρούς. Όλο αυτό μέσα στα πέντε χρόνια του πολέμου. Δυο ψυχίατροι, που σε μια εργασία του 1946 προσπάθησαν να ερευνήσουν τα αίτια αυτής της τραγωδίας, ανέφεραν τη μεγάλη επισιτιστική κρίση που χτύπησε τη χώρα. Ωστόσο, η κρίση αυτή δεν μπορεί να εξηγήσει αυτό το γεγονός πλήρως. Για παράδειγμα, γιατί σ’ ένα μη μητροπολιτικό νοσοκομείο και με όλη την ύπαιθρο γύρω οι θάνατοι έφτασαν στην ίδια περίοδο από 7,8% στο 27,7%; Μπορεί κανείς να μιλά για παθητική ευθανασία; Είναι ένα ερώτημα που παραμένει ανοιχτό.

Αλλά και μετά τον πόλεμο το ποσοστό των θανάτων στα ιταλικά ψυχιατρικά νοσοκομεία παρέμεινε ανησυχητικό, παρόλο που δεν ήταν στα επίπεδα του πολέμου.

Ο θάνατος συνόδευε το λυκόφως του ψυχιατρικού ονείρου να κλείσει μέσα στον περίβολο του ψυχιατρείου, τον πόνο, τη διαφορετικότητα, το παραλήρημα και την αντίθεση. Σε μια προμετωπίδα στο Istituzione Negata το θεμελιακό αυτό βιβλίο μετασχηματισμού της ιδρυματικής ψυχιατρικής στην Ιταλία, διαβάζουμε αυτή την επίκληση ενός παλιού εγκλείστου: «Γιατί πριν αυτοί που ήταν εδώ παρακαλούσαν να πεθάνουν. Όταν μια φορά, πέθαινε εδώ ένας, χτύπαγε η καμπάνα, τώρα δεν χρησιμοποιείται πια. Όταν χτύπαγε η καμπάνα έλεγαν όλοι: ω θεέ μου, μακάρι να πέθαινα εγώ, που είμαι τόσο κουρασμένος να κάνω αυτή τη ζωή εδώ μέσα! Πόσοι από αυτούς δεν πέθαναν, που μπορούσαν να είναι ζωντανοί και υγιείς. Αντίθετα επειδή ήταν απελπισμένοι γιατί δεν είχαν κανένα δρόμο διαφυγής, δεν ήθελαν πλέον να τρώνε. Τους έριχναν το φαγητό από τη μύτη με το λάστιχο αλλά τίποτα δεν μπορούσε να γίνει, γιατί βρίσκονταν κλεισμένοι εδώ μέσα και δεν είχαν καμιά ελπίδα εξόδου. Όπως ένα φυτό όταν ξεραίνεται επειδή δε βρέχει και τα φύλλα μαραίνονται, έτσι ήταν εδώ και οι άνθρωποι».

Το συμπέρασμα δεν μπορεί παρά να είναι σχηματικό, αν και όχι προσωρινό. Πολύ δουλειά έρευνας πρέπει ακόμα να γίνει πάνω στην πρακτική της ασυλικής ψυχιατρικής. Ο Ernst Klee, ένας γερμανός ερευνητής, ευαγγελικός ιερέας, έγραψε: «Είναι τρομερό όχι μόνο τί και πως έγινε, είναι τρομερό το γεγονός ότι όλοι συμμετείχαν σε αυτό εθελοντικά».

Επομένως η αντιπαράθεση ανάμεσα σ’ αυτόν που κατευθύνει την μανιασμένη και ενίοτε πολυμαθή επιθετικότητά του ενάντια στους πάσχοντες και αυτόν που είναι στο πλευρό τους για να απελευθερώσει τον εαυτό του, ενώ όλοι μπορούν να απελευθερωθούν, δεν μπορεί παρά να συνεχιστεί. Και προσθέτουμε ότι η ιστορική ψυχιατρική χρειάζεται ακόμα πολύ για να μπορέσει να συγχωρεθεί για ό,τι έκανε.

Επιμέλεια: Χρήστος Τσαντής


Το διαβάσαμε στα Ανθρωποκεντρικά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου