Σελίδες

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2021

Xωροχρόνος


Ανοίγει τα μάτια, και βρίσκεται για μια ακόμη φορά σε αυτό που ονομάζει πραγματικότητα.

Ένα ακόμη ταξίδι για την ομάδα των είκοσι επιστημόνων – αστροναυτών πρόκειται να ξεκινήσει σε τρείς μέρες, και αυτός ως αρχηγός της αποστολής σε έναν από τους θαλάμους του διαστημικού σταθμού που τους φιλοξενεί, προσπαθεί να οργανώσει τις σκέψεις του, πριν το μεγάλο εγχείρημα.

Ο διαστημικός σταθμός, βρίσκεται στον προθάλαμο της ηλιόπαυσης, στην άκρη της ισχνής και αχανούς φουσκάλας από πλάσμα και φορτισμένα σωματίδια που διασκορπίζονται στο διάστημα από τον ηλιακό άνεμο, του ορίου δηλαδή του Ηλιακού Συστήματος, το τελευταίο σύνορο του ανθρώπου, που κατακτήθηκε βήμα-βήμα, αιώνα τον αιώνα. Η παλιά κλασική φυσική, το πρώτο σκαλοπάτι σε αυτό το ταξίδι, μπορεί να φαντάζει μια μακρινή ανάμνηση, αλλά είναι ο βράχος, το εφαλτήριο, πάνω στον οποίο πάτησε ο άνθρωπος, για να μπορέσει να εκτιναχθεί εκεί ψηλά στα αστέρια. Η θεωρία του Αϊνστάιν για την μάζα και την ταχύτητα του φωτός, δεν ξεπεράστηκε ακόμη, απλά βρέθηκε ένας παράδρομος, αυτός της νανοτεχνολογίας που σε συνδυασμό με την αντιύλη που χρησιμοποιήθηκε σαν καύσιμο, βοήθησε να λυθούν πολλά βασικά προβλήματα.

Μπόρεσε να προστατέψει την ζωή από τις συνθήκες του διαστήματος και της ταχύτητας, όπως επίσης και να αυξήσει την διάρκειά της, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τον απαιτούμενο χρόνο των αποστολών.

Και αυτός εκεί, ετοιμάζεται να αποδράσει από την γειτονιά της αυλής του, για να βρεθεί στην αγκαλιά του γαλαξία.

Ξεφυλλίζει αφηρημένος την εικονική του μνήμη και βρίσκεται μπροστά στις σελίδες του αγαπημένου του βιβλίου, ενός βιβλίου ποίησης πολλών αιώνων.

Διαβάζει !

Στις εσχατιές του σύμπαντος, στου χάους τις προβλήτες,
εκεί που όλα μαγικά ανύπαρκτα υπάρχουν
πλοία φαντάζομαι πολλά με ανοιχτά τ΄ αμπάρια.

Κόκκινοι γίγαντες και μπλε νάνοι λευκοί και μαύροι
Της σκόνης το νεφέλωμα απ΄τα λαμπρά τους χνάρια
τινάζουν και αποβιβάζονται στις σκοτεινιές του κόσμου
ν΄ανοίξουν τα μπαράκια τους το φως να διαδώσουν.

Το φως να διαδώσουν.

Έτοιμος λοιπόν για μια μέθη φωτός, στα μπαράκια των αστεριών. Οι τελευταίες προετοιμασίες ολοκληρώνονται, έχουν μεταφερθεί στο διαστημόπλοιο, ελέγχουν για τελευταία φορά τα συστήματα και το ταξίδι ξεκινάει με τις ευχές και τις παροτρύνσεις των τεχνικών και όλων των κατοίκων του πλανήτη Γη.

Όλες οι αισθήσεις, ανθρώπων και μηχανημάτων βρίσκονται σε επιφυλακή, γιατί περιμένουν την βαρυτική επίδραση από ένα κόκκινο νάνο που περιφέρετε κάπου εκεί στην γειτονιά, όπως επίσης και από ένα σύμπλεγμα μεγάλων καφέ νάνων λίγο μακρύτερα.

Η πρώτη τους επαφή με μεγάλης πυκνότητας σκοτεινή ύλη, δεν τους απασχολεί προς παρόν. Είναι πρόβλημα που θα το αντιμετωπίσουν λίγο αργότερα και είναι αρκετά προετοιμασμένοι για αυτό. Αυτά θα καθορίσουν την πορεία τους, καθώς και την ταχύτητά τους.

Και ενώ όλα μοιάζουν να ακολουθούν τον προβλέψιμο δρόμο τους, ξαφνικά ένα περίεργο μπλε φως, καθόλου εκτυφλωτικό, μα με μια γλυκιά νότα υπεριώδους συχνότητας που κανονικά δεν θα έπρεπε να την αντιλαμβάνονται, εμφανίζετε από το πουθενά και καλύπτει τα πάντα.

Κοιτάζει με ανησυχία προς το μέρος του συγκυβερνήτη του μα δεν τον βλέπει πια.

Αρχίζει να νοιώθει ότι γίνεται ένα με το φως, ότι χάνει την μάζα του σώματός του, και αυτό επιβεβαιώνεται από όλες του τις αισθήσεις. Ούτε αυτός υπάρχει.

Εξακολουθεί να λειτουργεί ακριβώς όπως πριν, με μοναδική εξαίρεση την απώλεια της ύλης του.

Η πρώτη του σκέψη είναι ότι μάλλον έτσι πρέπει να είναι ο θάνατος. Την πατήσανε.

Η γαλήνη όμως που νοιώθει, δεν δίνει καμιά ευκαιρία παρέμβασης στο φόβο, ούτε στο καλύτερο του παιδί τον πανικό, με αποτέλεσμα να μπορεί να σκέφτεται καθαρά. Πολύ καθαρά.

Σκέφτομαι άρα υπάρχω. Η αρχαία αυτή φράση, περνάει από μπροστά του σαν ένα χαρούμενο σύννεφο, με αποτέλεσμα να μπει γρήγορα στην διαδικασία της επίλυσης του προβλήματος.

Πρέπει να καταλάβει. Ξέρει ότι βρίσκεται μέσα στο διαστημόπλοιο, αντιλαμβάνεται το χώρο αλλά τον νοιώθει τελείως διαφορετικά.

Σαν να μην βρίσκεται αυτός στο χώρο, αλλά σαν, κατά ένα περίεργο τρόπο, να συμμετέχει σε αυτόν, μια άλλη διάσταση που ελέγχει όλες τις υπόλοιπες σαν ένα δικό του κομμάτι.

Ξαφνικά, το υπεριώδες χρώμα του φωτός, αρχίζει και μετασχηματίζεται απαλά και ρυθμικά σε διαφορετικές συχνότητες, σε χρώματα που δεν έχει δει ποτέ, που δεν φαντάστηκε ποτέ ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν.

Σε κάθε αλλαγή, αλλάζει και το σκηνικό τριγύρω του, το οποίο μετασχηματίζεται σε εικόνες απερίγραπτες. Φαντάζεται ότι είναι άστρα διαφορετικών ειδών, σε διάφορες φάσεις της ζωής τους, νεφελώματα αστέρων, σκοτεινές περιοχές, εκρήξεις …

Αλλά δεν είναι. Είναι κάτι άλλο. Κάτι εντελώς άγνωστο.

Και τότε αρχίζει να καταλαβαίνει, να γίνονται όλα καθαρά.

Είναι το αποτέλεσμα της εμφάνισης μιας άλλης διάστασης άγνωστης που επιτέλους βγήκε από τα σκοτάδια της φαντασίας και έγινε πραγματικότητα.

Τώρα πια ξέρει, ότι η ζωή είναι αυτή η άλλη διάσταση αυτή που δίνει υπόσταση στις υπόλοιπες, αυτή που ελέγχει τον χώρο και τον χρόνο.

Ο άνθρωπος πάντα την έψαχνε κάπου εκεί στα άστρα μα ποτέ δεν μπόρεσε να φανταστεί ότι ήταν το ίδιο του το πνεύμα, ότι το πέρασμα του από την γη ήταν ένα διάλειμμα, μια παιδική χαρά, μια εικονική πραγματικότητα χώρου και χρόνου, γέννησης και θανάτου ένα δώρο της φύσης.

Φέρνει στην μνήμη του την ζωή του στη γη και συνειδητοποιεί ότι αυτήν την κατάσταση την έχει ξαναζήσει πολλές φορές. Κάθε φορά που το φως του ήλιου ερχόταν και έφευγε, κάθε φορά που άλλαζε χρώματα και εντάσεις, κάθε φορά που το φθαρτό του σώμα υπέκυπτε στην ανάγκη του ύπνου και το άφθαρτο πνεύμα του στην πραγματική του υπόσταση, αυτή του ονείρου συμμετέχοντας στις συχνότητες της φύσης, κάθε φορά που ανακάλυπτε το άπειρο της ύπαρξης στα πιο ευγενή συναισθήματα της ψυχής του.

Νομίζει ότι χαμογέλασε όταν σκέφτηκε τα βάσανα και τις προτεραιότητες της αμάθειας του κόσμου της γης, το χρήμα, την φήμη την εξουσία, την μιζέρια του ελάχιστου χώρου της ύπαρξης των αναγκών του σώματος και της ύλης, όλα αυτά που αναγνωρίζονται ως ζωή.

Με αυτό το χαμόγελο ξύπνησε εκείνο το πρωινό, με αυτό το χαμόγελο έγραψε το ποίημα, με αυτό το χαμόγελο έχει την εντύπωση ότι συνέχισε να ζει και να υπάρχει, αιώνιος κολυμβητής στην πισίνα του χωροχρόνου, στα δικά του νερά.

Ο φτωχός που νοιώθει το στομάχι να καίει
και το μυαλό να γίνεται ομίχλη από την πείνα 

Ο πλούσιος που είναι χρόνια άυπνος
μετρώντας συνεχώς ότι τον περιβάλει για να το κάνει δικό του 

Ο άρρωστος που αντικρίζει τον υπέρτατο φόβο
και απαρνείται τους επίγειους θεούς μέχρι να γίνει καλά 

Ο πλούσιος μεγιστάνας, ο ανυπέρβλητος ηγέτης,
ο ξακουστός καλλιτέχνης, ο φοβερός επιστήμονας
και όλοι οι υπόλοιποι. 

Δεν έχουν τις ίδιες αισθήσεις
αυτές που ονόμασαν κόσμο; 

Δεν έχουν το ίδιο σπίτι αυτή την απειροελάχιστη κουκίδα
που ονόμασαν γη; 

Δεν έχουν την ίδια ανατολή και δύση
αυτό που ονόμασαν χρόνο; 

Δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες πρωί μεσημέρι βράδυ,
αυτές που ονόμασαν ζωή; 

Ναι !! Το παράθυρο όμως, Το παράθυρο δεν είναι το ίδιο.
Το παράθυρο αυτό που από μέσα του, ο καθένας βλέπει 

Αυτό που από μέσα του
ο κόσμος μπορεί να μην είναι ίδιος,
σπίτι μπορεί να μην είναι μόνο η γη, 

χρόνος μπορεί να είναι μια ψευδαίσθηση λουσμένη στο φως
και οι ανάγκες μπορεί να μην είναι αυτές, οι καθημερινές
αλλά οι άλλες, οι μεγάλες. 


Φώτης Γαλανόπουλος κείμενο και φωτογραφία ART


Aπό http://www.fg03art.com/  μέσω terra papers


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου