Σελίδες

Τρίτη 22 Ιουλίου 2014

Αυστηρώς απαγορευμένο (για ευσεβείς, ασεβείς και στρατευμένους)


To υπέροχο εξώφυλλο από ένα εξίσου υπέροχο άλμπουμ του 1970, από τα κορυφαία της αμερικανικής ψυχεδελικής σκηνής της εποχής. Θεωρήστε τη φωτογραφία σχετική με το κείμενο από εμάς.


"Το δίπολο οδύνη = τιμωρία και οδύνη = λύτρο αποτελεί για το Nietzsche εκείνο το μηχανισμό που εσωτερικεύει τον πόνο, που τον στρέφει κατά του εαυτού,που δημιουργεί την κακή, την αμαρτωλή, την ένοχη συνείδηση. Το μηχανισμό μέσω του οποίου ο χριστιανός δρα μηδενιστικά, αρνούμενος τη ζωή: από τη μία ηκατασκευή της ενοχής και της αμαρτίας, από την άλλη ο πολλαπλασιασμός τηςοδύνης ως λύτρο που θα ξεπληρώσει τον πόνο αυτής της έκπτωτης ζωής.
Ακόμα και όταν ο χριστιανισμός υμνεί τη ζωή και την αγάπη, μέσα στους ύμνους αυτούς κατοικεί το μίσος και η άρνηση, αφού η «αγάπη» αναφέρεται σε μια ζωή ευνουχισμένη, ακρωτηριασμένη, θνήσκουσα, με ηθικούς κανόνες και «πρέπει», μεκαταπίεση και άρνηση των ενστίκτων, μια ζωή που δεν είναι παρά μια θολή σκιά της μεταθανάτιας «πραγματικής» ζωής. Ο Διόνυσος, ο θεός της χαράς και του κρασιού, του χορού και του γέλιου είναι ο ίδιος Διόνυσος που τεμαχίστηκε από τους Τιτάνες, προσφέρθηκε σαν δείπνο στους Ολύμπιους θεούς και αναγεννήθηκε – αναστήθηκε μέσω της Δήμητρας. Είναι ο θεός που με τη ζωή του δικαιολογεί την οδύνη και όχι με την οδύνη τη ζωή του. Έτσι δεν εσωτερικεύει τον πόνο, η ζωή είναι καθεαυτή δίκαιη «καταφάσκοντας ακόμα και προς τον σκληρότερο πόνο».
Για το Nietzsche ο άνθρωπος άρχισε να χάνει την αθωότητά του όταν αρνήθηκε αυτό που είναι, όταν καταπίεσε τα ένστικτά του εν ονόματι μιας εξ αποκαλύψεως ηθικής, όταν δαιμονοποίησε την οδύνη ταυτίζοντάς την με την τιμωρία και ζήτησε να την προβάλει πάνω σε θεούς που θα την αναλάμβαναν (την οδύνη) γιαλογαριασμό του "
Aπό το άρθρο "Ο Nietzsche απέναντι στο χριστιανισμό"

Εμείς να συνεχίσουμε συμπληρωματικά, λοιπόν. 
 "Εγώ ειμί η άμπελος"! Ο Διόνυσος καλεί τον άνθρωπο να πιει και να ξεδιψάσει από το κρασί της ζωής, "των αιώνιων χαρών της ζωής" που έλεγε και ο αγαπημένος μας Γουίλλιαμ Μπλέηκ. Να πιει από τους χυμούς της έκστασης, να γίνει κοινωνός στο Δέος, να υψωθεί από την οδύνη που προέρχεται απ'τα επίγεια δεινά, να απενοχοποιηθεί από την ηθικολογία και την αρρωστημένη καθήλωση σε εσφαλμένες αντιλήψεις, αφύσικες συλλήψεις και αποδομητικές για την ψυχική του ακεραιότητα φοβίες. Να αντικρίσει σαν ίσος προς ίσο τους ίδιους τους θεούς -ή θεό- δυνάστες του. Να γευτεί την αυθεντική ηδονή της ζωής, που δεν έχει σχέση με ακολασίες και ασωτία ως τρόπο ζωής και ως βολική χριστιανική ερμηνεία. Αυτού του είδους την απελευθερωτική ηδονή, την αυθεντική ηδονή που αναζητούσαν οι Επικούρειοι, την ενάντια σε κάθε φοβία ή αγκύλωση που εξαχρειώνει την ανθρώπινη φύση και υποδουλώνει το ανθρώπινο πλάσμα σε επίγεια και υπέργεια αφεντικά. Και το αποκόπτει από τον ίδιο τον εαυτό του, εμποδίζοντας την αποκατάσταση της ενότητας μαζί του.
 Το παρακάτω κείμενο λοιπόν, με στοιχεία και σατυρικής διάθεσης, είχε προκύψει μετά από μία συζήτηση μεταξύ εμένα και του ανιχνευτή πάνω σε αυτά -είναι δηλαδή "πνευματικό παιδί" και των δυο μας- και το αναδημοσιεύουμε εμπλουτισμένο με τους παραπάνω στοχασμούς ως εισαγωγή:

AΠΑΓΟΡEYMENO

-Στηριγμένο, μέσα από σχετικές συζητήσεις, σε μια αρχική ιδέα του ανιχνευτή. Αυτοεξόριστου, όπως κι εγώ, όπως και κάποιοι ίσως από εσάς, από κολάσεις και παραδείσους, σημαίες και οικόσημα, φατρίες και συναγωγές, ιδρύματα, ρεύματα, σχολές και παραρτήματα-


Αρχαίες μαινάδες σκίζουν τα ρούχα τους με ουρλιαχτά, κατασπαράσσοντας στα δάση τους παρείσαχτους καταπατητές.

Ο τράγος μέσα από τα σκανδαλιστικά μάτια της ομορφιάς και της χαράς, στον ιεραπόστολο χαμογελάει περιπαιχτικά.

Πολύχρωμες εικόνες από τρικυμίες πάθους παίρνουν σάρκα και οστά μέσα σε απόκρυφες ανεξερεύνητες θάλασσες του νου.

Η υπέργηρη δεσποινίς συναινετική ορθότητα κοκκινίζει σαν ξελογιασμένη παπαρούνα που αρπάει φωτιά, σπαρμένη σε απερίφραχτους αγρούς. Με τις επικυρηγμένες παραινέσεις του Μαρκήσιου Ντε Σαντ, τους βελουδένιους πόθους της γλυκόλαλης Σαπφούς και του Επίκουρου τη σοφή ηδονή.

Καθώς ο ήλιος εισβάλλει με ανοιξιάτικες υποσχέσεις στα πνιγηρά κελιά, ο Aσμοδαίος ψιθυρίζει βλάσφημα στο αυτί του θεοφοβούμενου μοναχού.

Αναμνήσεις θολές από οργιαστικής λάμψης τοπία, που θεσπέσια κοσμούνται από ξέγνοιαστα γυμνά κορμιά.

Αλλοτινές, μήπως και μελλοντικές εποχές, δίχως της αγκύλωσης το μεμψίμοιρο και τη μιζέρια. Δίχως τις σημαδεμένες τράπουλες των ιδεολογιών του λωποδύτη, του δημαγωγού, του νομοθέτη, του ζηλωτή.

Αγαπημένη συμβίωση δίχως της θεόσταλτης ή έννομης φοβέρας το μαστίγιο. Συντροφιές αρμονικές δίχως τη θηλειά του καταναγκασμού. Αποφάσεις κοινές με μέντορα τη λαγνεία της ελευθερίας και της Γνώσης.

Σκάλα δέους κι έκστασης προς τα άφταστα δίχως τον παντεπόπτη οφθαλμό του τιμωρού.
Ουράνιου, επίγειου και υποχθόνιου.



Ο Ένοικος...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου